Κυριακή 14 Ιουνίου 2009

Συνειδητή ή όχι η αποχή των πολιτών;

Ψήφος ή παραλία; Αυτό ήταν το δίλημμα που τέθηκε στους ψηφοφόρους σχετικά με τις Ευρωεκλογές. Μέσα σε ένα κλίμα απαξίωσης για την κυβέρνηση και τον Κώστα Καραμανλή, στις 7 Ιουνίου 2009 οι Έλληνες πολίτες κλήθηκαν να οδηγηθούν στις κάλπες προκειμένου να εκλέξουν τους πολιτικούς που θέλουν να τους αντιπροσωπεύουν στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες νίκησε η αποχή, γεγονός που συνέβη και στην Ελλάδα.
Η μάχη των εκλογών ανέδειξε νικητή το Σοσιαλιστικό κόμμα (Πα.Σο.Κ) με 36,7% και οκτώ έδρες και δεύτερη την Νέα Δημοκρατία με 32,3% που κατέλαβε επίσης οκτώ έδρες. Αίσθηση προκάλεσε η άνοδος των μικρών κομμάτων καθώς και η τεράστια αποχή των Ελλήνων πολιτών. Στις εκλογές αυτές καταγράφηκε το μεγαλύτερο ποσοστό αποχής σε εκλογική διαδικασία από την μεταπολίτευση (47,4 %). Πολλές θεωρίες διατυπώθηκαν που προσπάθησαν να εξηγήσουν τους πραγματικούς λόγους σχετικά με το γιατί οι πολίτες επέλεξαν την αποχή. Φταίει το γεγονός ότι οι εκλογές συνέπεσαν με το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος; Μήπως οι πολίτες έχουν κουραστεί πλέον από τις απραγματοποίητες υποσχέσεις των πολιτικών. Η αποχή ήταν συνειδητή ή απλά προτίμησαν την παραλία; Τι από όλα αυτά ισχύει; Αυτά είναι ερωτήματα που βασανίζουν ακόμα και τους ίδιους τους πολιτικούς που προσπαθούν να καταλάβουν τι έφτιαξε…
Το γεγονός ότι υπάρχει μια στροφή προς τα ακροδεξιά κόμματα επιβεβαιώθηκε πλήρως σ αυτές τις εκλογές. Κάτι τέτοιο συνέβηκε και στην Ελλάδα αφού υπήρχε άνοδος του ΛΑ.Ο.Σ, του κ. Καρατζαφέρη. Αυτό που οδήγησε τον κόσμο προς το συγκεκριμένο κόμμα είναι μάλλον η διατύπωση ξεκάθαρων θέσεων εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα κόμματα που δεν καταστούσαν σαφές αυτό που υποστήριζαν. Τα κόμματα της Αριστεράς παρέμειναν στάσιμα με μία μικρή πτώση του ΚΚΕ κατά 1%. Η αποχή όμως σε τι οφείλεται; Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έντονη τάση παθητικοποίησης των πολιτών. Αδιαφορούν για τα πολιτικά δρώμενα της Ελλάδας και μια έντονη δυσαρέσκεια για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Είναι αναμφισβήτητο ότι παρά το τριήμερο και τον πρώιμο «μινι-καύσωνα», ένα μεγάλο μέρος των πολιτών αδιαφόρησε για τις εκλογές στέλνοντας ένα απαξιωτικό μήνυμα προς το πολιτικό σύστημα και τους εκπροσώπους του. Αγανακτισμένοι πλέον από την μη υλοποίηση των υποσχέσεων των πολιτικών με στόχο να βελτιωθεί και να εξυγιανθεί η ζωή όλης της χώρας, οι πολίτες αρνήθηκαν να προσέλθουν στις κάλπες.. Θα συνέβαινε όμως το ίδιο αν στη θέση των Ευρωεκλογών ήταν οι εθνικές εκλογές; Μήπως τότε θα ένιωθαν πιο υποχρεωμένοι οι πολίτες; Είναι καιρός πλέον να αφήσουν τις προσωπικές διαμάχες οι πολιτικοί ηγέτες και να ασχοληθούν με τα πραγματικά προβλήματα του τόπου και να συμπεριφερθούνε πολιτικά. Ο κόσμος έχει κουραστεί πλέον από την αδιαφορία των κομμάτων και αυτό έγινε αισθητό με την αποχή στις ευρωεκλογές που άγγιξε σχεδόν το 50%.
Η Νέα Δημοκρατία μετά την ήττα της θα πρέπει να αναθεωρήσει μερικές από τις θέσεις της. Να κάνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, την Υγεία και κυρίως στο φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα προκειμένου να συσπειρώσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της. Θα προχωρήσει όμως σε ουσιαστικές αλλαγές ή θα εξακολουθήσει να ασκεί την ίδια πολιτική, που δεν ευχαριστεί κανέναν παρά μόνο τους υπουργούς της;

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

"Ονομάζω ελευθερία τον να μπορώ να σκέπτομαι ή να μην σκέπτομαι για κάτι"

Η ελευθερία είναι μια λέξη που την μεταχειριζόμαστε καθημερινά και για την οποία έχουν γραφεί αναρίθμητα δοκίμια. Είναι ένα αγαθό που κατακτήθηκε ύστερα από αιματηρούς αγώνες καθώς ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να συμβιβαστεί ποτέ με την υποδούλωση, τον καταναγκασμό και την καταπίεση. Η ελευθερία είναι έννοια σύμφυτη του ανθρώπου. Γεννιέται για να ζήσει ελεύθερος, για να δημιουργήσει, για να ασκήσει το πνεύμα του. Η ελευθερία αποτελεί κινητήρια δύναμη όλων των αρετών. Παρ’ όλα αυτά για τα όρια της ελευθερίας του λόγου έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις. Μιλώντας για την ελευθερία του λόγου, συζητάμε για ένα πρωταρχικό αγαθό στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Μόνο με την ελευθερία του λόγου οδηγείται κανείς στην αλήθεια και στην αυτογνωσία. Χωρίς αυτή δεν μπορεί να αναπτυχθεί η τέχνη και οποιαδήποτε επιστήμη. Πώς όμως μετριέται η ελευθερία του λόγου; Ως που μπορεί να φτάσει προκειμένου να μην γίνει ασυδοσία; Πρέπει ο καθένας μας να αντιληφθεί ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις μας πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή αντιστοιχία. Πρέπει όλοι μας, αλλά και ο καθένας χωριστά, να αντιληφθούμε ότι βασική προϋπόθεση στην άσκηση της ελεύθερης έκφρασης του λόγου είναι ο σεβασμός της ελευθερίας των άλλων. Ο καθένας μπορεί να εκφράζει οτιδήποτε θέλει χωρίς όμως να προσβάλλει την προσωπικότητα του άλλου. Υπάρχουν αναρίθμητα παραδείγματα τηλεοπτικών εκπομπών αλλά και βιβλίων και ταινιών, που γνώρισαν την κοινωνική κατακραυγή λόγω του περιεχομένου τους, αναγκάζοντας τους αρμόδιους φορείς να προχωρήσουν στην απαγόρευση της προβολής ή της κυκλοφορίας τους. Βέβαια απαγόρευση και ελευθερία είναι δύο αντιφατικές έννοιες. Ωστόσο, δεν είναι ηθικά ορθό να υπάρχουν τηλεοπτικά και άλλα μέσα που θίγουν τη δημόσια αιδώ και προσβάλλουν τους πολίτες. Στη φύση του κάθε ανθρώπου είναι να σκέφτεται, να διατυπώνει τη σκέψη του και να ασκεί κριτική. Σ’ αυτά δεν μπορεί να τεθεί κανένας περιορισμός γιατί τότε εμφανίζεται το φαινόμενο της λογοκρισίας. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί η γνώμη του να εκφράζεται δημόσια όταν αυτή αντικρούεται με την άποψη ολόκληρης της κοινής γνώμης. Έχουμε παραδείγματα όπου μια τέτοια άποψη πυροδότησε ένα μεγάλο κύμα αντιδράσεων και συγκρούσεων. Το ίδιο ισχύει και για τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Κάθε δημοσιογράφος ή παρουσιαστής μπορεί να εκφράσει ελεύθερα τη γνώμη του χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υποστεί κυρώσεις αν αυτή παραβιάζει τους κανόνες του ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου. Ο Τύπος άλλωστε είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο μέσο που οδηγεί στην μη ελεύθερη έκφραση των σκέψεων και των πεποιθήσεων του δημοσιογράφου απαγορεύονται. Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Συντάγματος, η κατάσχεση των εφημερίδων και άλλων εντύπων επιτρέπεται σε περίπτωση προσβολής της χριστιανικής και άλλης γνωστής θρησκείας, προσβολής του Προέδρου της Δημοκρατίας και δημοσίευσης πληροφοριών σχετικά με τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας. Έτσι λοιπόν, η ελευθερία του λόγου συνεπάγεται τον ανθρωπισμό, την πρόοδο και την ευσυνειδησία, αγαθά που δεν μπορούν να υπάρξουν όταν αυτή στηλιτεύεται σε μια εποχή που όλα είναι υποκινούμενα από πολιτικά και άλλα συμφέροντα.